Πιάσε το Λαγό -Lana Bastašıć (2023) [8.8]
[18-01-2025, 10:12]
Με καταγωγή από τη Σερβία η Λάνα Μπάσασιτς στο μυθιστόρημα της " Πιάσε το λαγό" διηγείται την περίπλοκη πορεία της φιλίας δύο γυναικών "στην καρδιά του σκότους" των Βαλκανίων.
Μέσα από ένα road trip από το Μόσταρ της Βοσνίας, την Μπάνια Λούκα, το Ζάγκρεμπ μέχρι τη Βιέννη οι δύο γυναίκες που έχουν πατήσει πλέον τα τριάντα αναζητούν την ταυτότητα τους και τον χαμένο τους εαυτό.
Η Σάρα που ζει στο Δουβλίνο είναι πετυχημένη συγγραφέας, συζεί με τον Μάικλ και βιώνει μια ήρεμη καθημερινότητα που ταράζεται μόνο από την ενοχλητική παρουσία του γείτονά τους που είναι φανατικός γυμνιστής.
Μια μέρα δέχεται ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα από την παιδική της φίλη Λέιλα, με την οποία έχουν να μιλήσουν 12 χρόνια, να την συναντήσει στο Μόσταρ της Βοσνίας για να έρθουν σε επαφή με τον εξαφανισμένο από χρόνια αδερφό της.Η Σάρα αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο τη ζωή της, τα παιδικά τους πάρτι, τον κρυφό της έρωτα για τον αδερφό της φίλης της, τον Άρμιν, την πρώτη ερωτική επαφή , τα χρόνια που φοιτούσαν στη Φιλοσοφική Σχολή, το τελευταίο τους καλοκαίρι στο νησί πριν το τέλος της φιλίας τους.
Η οικογένεια της Λέιλας λόγω του πολέμου για πολιτικούς λόγους είχαν αλλάξει το μουσουλμανικό επίθετο Μπέγκιτς στο σερβικό Μπέριτς και τα ονόματα των παιδιών από Λέιλα σε Λέλα και από Άρμιν σε Μάρκο.Αυτή η πολυεθνική γιουγκοσλαβική κοινωνία διέπεται ξαφνικά και σε όλα τα επίπεδα από κάθε είδους εθνικισμούς και φυγόκεντρες τάσεις και αυτός είναι και ο λόγος που η Σάρα θα αποστασιοποιηθεί από την πατρίδα, τη μητρική γλώσσα, τα κοντινά πρόσωπα, τα τραύματα του παρελθόντος και θα φύγει για την Ιρλανδία.
"Πάντα θα είμαστε στη Βοσνία.Τώρα αρχίσαμε να την μεταφέρουμε και στην Ευρώπη.Η χώρα μας με τα ασταθή της σύνορα στην πραγματικότητα ήταν απεριόριστη.Τσάμπα μαλώναμε και σκοτωνόμασταν μεταξύ μας:εμείς ποτέ δεν βρισκόμασταν εντός της, εκείνη ήταν αυτή που είχε τρυπώσει μέσα μας σαν φαντασμαγορική φιγούρα.Και το δέρμα της αιμορραγούσε από το άσκοπο ξύσιμο.( σελ.273)
Η Σάρα αναμοχλεύει παιδικές μνήμες, αντικρουόμενα συναισθήματα και ακροβατεί ανάμεσα στο μίσος, τη ζήλια την αγάπη και τον θαυμασμό.Θυμάται ότι τέσσερα χρόνια μετά την αποφοίτησή τους ο άσπρος Λαγός που είχαν κλέψει από το παζάρι θα είναι νεκρός, η Λέιλα από μαύρα θα έχει βάψει τα μαλλιά της ξανθά και η ίδια με ένα φτυάρι στα χέρια θα θάψει τον λαγό στην αυλή του σπιτιού και θα του εκφωνήσει τον επικήδειο.
Όταν συναντηθούν χρόνια μετά όλα θα είναι διαφορετικά.Η Λέιλα θα δουλεύει σερβιτόρα σε ένα παραδοσιακό εστιατόριο στο Μόσταρ, θα έχει αφήσει λευκά τα μαλλιά της, θα έχει παντρευτεί τον Ντίνο, θα φορά προκλητικά ρούχα , θα πετάει το ταμπόν από το παράθυρο του αυτοκινήτου και θα περάσει το βράδυ της στο Ζάγκρεμπ με έναν άγνωστο για 300 ευρώ.
"Μέσα μου πάλευαν δύο εξίσου ισχυρές επιθυμίες:μια λογική , ενήλικη - να το σκάσω, να βγω στο δρόμο και να κάνω οτοστόπ μέχρι το Ζάγκρεμπ και η άλλη, παράλογη, αντιφατική από τα βάθη των κρύων σωθικών μου- να την πλησιάσω, να την αγκαλιάσω και να κοιμηθώ σαν μετανιωμένο κουτάβι, μέσα στα άσπρα της μαλλιά"( σελ.155)
Μέσα από τη μυθιστορηματική πραγματικότητα με αλήθειες και μυστικά η συγγραφέας καταδύεται στα άδυτα μονοπάτια της γυναικείας ύπαρξης, αναδεικνύει την αξία της φιλίας , της απώλειας, της λήθης του παρελθόντος.
" Τώρα ήμασταν υποχρεωμένες να μείνουμε μαζί ως το τέλος, μέχρι να εμφανιστεί ξανά ο αδερφός σου.Αν μαλώναμε, αν χωρίζαμε θα ξηλωνόταν μαζί μας κι αυτή η εύθραυστη πεποίθηση.Λες και ολόκληρη η ζωή σου ήταν πλεγμένη στην ύφανση της φιλίας μας." ( σελ.115)
Το τέλος του βιβλίου απρόσμενο, που επιδέχεται συζήτηση καθώς η ηρωίδα στέκεται μπροστά σε μια υδατογραφία του Ντύρερ, "Νεαρός Λαγός" του 1502 στην αίθουσα του Μουσείου της Βιέννης.Αναλογιζόμενη και τον τίτλο του βιβλίου προφανώς ο Λαγός αποτελεί σύμβολο: το κυνήγι του ανθρώπου να φτάσει τα όνειρά του, να μείνει ζωντανός ,να αφήσει το αποτύπωμά του στη ζωή.
Πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο Επίλογος της συγγραφέως που δίνει την δική της εκδοχή για τον λόγο που την ώθησε να γράψει το συγκεκριμένο βιβλίο.
"Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο για τη χώρα μου.Ή μάλλον για τους εφιάλτες μου.Το πρόβλημα ήταν ότι δεν ήξερα τελικά ούτε τί σήμαινε η λέξη χώρα ούτε τί σήμαινε εκείνο το δική μου...Δεν ήθελα να γράψω δοκίμια ούτε μπροσούρες.Η λογοτεχνία είτε είναι ανθρώπινη είτε δεν είναι τίποτα.Χρειαζόμουν ένα πλάσμα από σάρκα και οστά.Ως εκ τούτου αποφάσισα αυτή τη χώρα μου να την κάνω χαρακτήρα."
By maria